‘Να ‘χαμε καλούς σουτέρ’. Μια φράση που ακούστηκε πολύ έντονα κατά τη διάρκεια του Παγκοσμίου, μια φράση της οποίας η σπουδαιότητα φάνηκε ακόμη περισσότερο, κάθε φορά που βλέπαμε τις αντίπαλες άμυνες να κλείνουν τον δικό μας Γιάννη Αντετοκούνμπο και τους υπόλοιπους παίχτες μας, μετά από πάσα του τελευταίου, να χάνουν το ένα ελεύθερο σουτ μετά το άλλο. Βλέπουμε άλλους λαούς, με παρεμφερή ‘σωματικά’ χαρακτηριστικά με εμάς (Ισπανοί, Σέρβοι, Λιθουανοί κτλ) να προοδεύουν σε αυτόν τον τομέα, την ώρα που εμείς μένουμε πολύ πίσω. Να ξεκαθαρίσουμε πως υπάρχουν δύο γενικά είδη σουτ. Το spot-up και το λεγόμενο μετά από τρίπλα (στο οποίο είμαστε πολύ πίσω). Παρακάτω παρουσιάζουμε κάποιους λόγους, τους οποίους θεωρούμε υπαίτιους για την παντελή έλλειψη σουτέρ στην Ελλάδα.

1) Αν τύχει να παρακολουθήσει κανείς οργανωμένο μπάσκετ από κοντά, στα οποία παίζουν παιδάκια (10-14 χρονών) θα παρατηρήσει πως τις περισσότερες φορές κερδίζει η ομάδα, η οποία έχει το ψηλότερο παίχτη. Θα συναντήσεις κάποιο νεαρό κοντά στο 1.95, ο οποίος θα κατασκηνώνει κάτω από το καλάθι με εντολή του coach του και οι υπόλοιποι θα του πασάρουν τη μπάλα για ξεκούραστα καλάθια, μπροστά στα άλλα τα ‘ανήμπορα’ να αντιδράσουν παιδάκια. Βέβαια ο παίχτης αυτός ‘εκπαιδεύεται’ από μικρός σαν Center παρά τα μόλις 1.90κάτι του και παρά το γεγονός πως το πιο πιθανό είναι να σταματήσει το ύψος του στα 2 μέτρα και κάτι (ότι πρέπει δηλαδή για τις θέσεις 2-3). Πως ακριβώς να αναπτύξουν το σουτ τους τα αθλητικά αυτά ψηλά παιδιά από μικρή ηλικία, όταν χρησιμοποιούνται τελείως λανθασμένα από τους προπονητές, με μόνο σκοπό μόνο την επίτευξη μιας νίκης; Τα περισσότερα παιδιά θα περιπλανώνται ως κοντά 5αρια χωρίς καθόλου ‘περιφερειακά’ skills, handles και σουτ ( σε μια εποχή που οι δίμετροι και πάνω, οι λεγόμενοι point forwards είναι της μόδας) μέχρι τελικά μετά από καριέρα στα τοπικά και σε μικρές εθνικές κατηγορίες να σταματήσουν, παρόλο που θα μπορούσαν να κάνουν πολλά περισσότερα πράγματα, καθώς ήταν προικισμένα με τέτοιο ύψος από νεαρή ηλικία. Στα 16 του ο δίμετρος Doncic μεγάλωσε, γαλουχήθηκε και έπαιζε guard.

2) Κατ’ επέκταση στο προηγούμενο που λέγαμε, η ομάδα που θα έχει τα ψηλά πιτσιρίκια θα κερδίσει εύκολα και γιατί ο coach θα εφαρμόσει μια ωραία άμυνα ζώνης αναγκάζοντας τα μικρά που ακόμα σουτάρουν με τα 2 τους χέρια να αστοχήσουν σε οτιδήποτε σουτ τους δίνεται προκλητικά, από μακρινή απόσταση, εμφυτεύοντας τους έτσι τέρμα αρνητική ψυχολογία. Υπόψιν ότι σε μερικές άλλες χώρες και για να δείτε ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο απαγορεύεται να παίξεις pick n roll στην επίθεση ή άμυνα ζώνης σε μικρές ηλικίες, ωθώντας έτσι τα παιδιά να βελτιωθούν στα βασικά του μπάσκετ, στο ένστικτό τους, στο σουτ, στην πάσα, στα κοψίματα, στο 1vs1 δηλαδή, χωρίς να τα γεμίζεις από τέτοια ηλικία με ένα σωρό περιττές πληροφορίες.

3) Ανεβαίνουμε και λίγο σε μεγαλύτερες ηλικίες. Έχετε δει πιτσιρικά να παίζει σε αντρική ομάδα τοπικής/μικρής εθνικής κατηγορίας; Έχει το ρόλο του απόλυτου κομπάρσου (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων) σε ένα κλίμα που οι περισσότεροι παίχτες, οι οποίοι είναι και αρκετά μεγαλύτερης ηλικίας θεωρούν τους εαυτούς τους μεγάλους επαγγελματίες και νομίζουν πως παίζουν Ευρωλίγκα. Ακολουθείται στην ομάδα ιεραρχία στρατού, με έναν πιτσιρικά να μη μπορεί ΠΟΤΕ να ‘φάει’ τη θέση κάποιου μεγάλου-παλιού, ακόμα κι αν το αξίζει. Πέρα από αυτό; Κάθε φορά που μπαίνει ένας μικρός και ‘τολμάει’ να σουτάρει ένα ελεύθερο τρίποντο, ΑΝ ‘διανοηθεί’ και το χάσει τελείωσε. Οι φωνές που θα φάει όχι μόνο από τον coach, ο οποίος θα τον πετάξει αλλαγή φυσικά, επειδή δεν ””διάβασε τη φάση”””, αλλά και από τους κατά πολύ μεγαλύτερους ηλικιακά συμπαίχτες, οι οποίοι παρ’όλο που έχουν χάσει 10028167 σουτ θα φωνάξουν και θα βγάλουν τα εσώψυχα τους στο παιδάκι που σούταρε ελεύθερος, κάνοντας το να σκεφτεί πολύ καλά την επόμενη φορά που δεν θα τους πασάρει τη μπάλα.

4) Οι προπονητές απλά δεν θέλουν να σουτάρεις. Δεν μιλάμε για τους Έλληνες προπονητές τους καταξιωμένους, αλλά αυτούς που έχουν κατακλείσει τις μικρές εθνικές κατηγορίες και τα τοπικά. Το μπάσκετ που παίζεται εκεί είναι 100 χρόνια πίσω από τον ήλιο, με αντιλήψεις πανάρχαιες, με τα playmaker να χαρακτηρίζονται ‘άναρχα’ αν παίρνουν πολλές προσπάθειες και δεν μοιράζουν τη μπάλα, με τη μπάλα να πηγαίνει με εμμονή στα 2μετρα πολύυυυυυ βαριά κορμιά, με συστήματα τα οποία αν δεν φτάσουν στα 4 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη χρόνου απαγορεύεται να σουτάρεις, διότι έτσι θεωρείσαι ‘άμυαλος’ και ‘ανυπόμονος’. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον απλά δεν θα βρεις ποτέ το σουτ, γιατί ένας καλός σουτέρ δεν είναι μόνο αυτός που θα τα βάζει στην προπόνηση. Τέτοιους έχουμε πολλούς και κακά τα ψέματα οι περισσότεροι επαγγελματίες μπασκετμπολίστες δεν αστοχούν σε ελεύθερα σουτ προπόνησης. Σουτέρ όμως είναι αυτός που έχει προπονηθεί και μπορεί να τα βάζει μέσα στον αγώνα και αυτό κανένας δεν εκπαιδεύεται να το κάνει από μικρός. Δεν θα ξεχάσω ποτέ βοηθό προπονητή Β’ Εθνικής κατηγορίας (ο οποίος τώρα είναι σε πολύ γνωστή ομάδα) να δυσανασχετεί με νεαρό σε ηλικία playmaker και να τον ρωτάει γιατί μετά την προπόνηση προπονεί το τρίποντο μετά από τρίπλες, λέγοντας του πως δεν θα χρειαστεί ποτέ σε αγώνα τέτοιο σουτ. Ασχολίαστο.

Κλείνοντας, το μπάσκετ έχει αλλάξει, το θεωρητικά σκεπτόμενο ελληνικό μπάσκετ το ‘σκέφτηκαν’ και οι άλλοι και δεν μπορείς πλέον να κάνεις το οτιδήποτε αν δεν έχεις σουτ. Ένα σουτ το οποίο το βρίσκεις μόνο από μικρή ηλικία, με άπειρη προπόνηση αλλά και με εμπειρία, η οποία έρχεται από τις ευκαιρίες που πρέπει να πάρεις αν έχεις στοιχεία σουτέρ. Αρνούμαι να πιστέψω ότι στην εποχή που το 3ποντο είναι το πιο mainstream και πολύτιμο στοιχείο του μπάσκετ, που όλα τα πιτσιρίκια έχουν ως είδωλο τον Curry, η Ελλάδα δεν γεννά σουτέρ. Όχι! Κάπου αλλού υπάρχει το πρόβλημα, εκτός αν οι άλλοι λαοί τους κόσμου, αρκετοί από αυτούς και πιο λίγοι σε πληθυσμό από εμάς, γεννιούνται με έμφυτο σουτ. Nope.

ΥΓ: ‘When The Grass Is Cut, The Snakes Will Show’. Μόνο αυτή η έκφραση μου βγαίνει με αυτούς τους δήθεν μπασκετικούς δημοσιογράφους ή ειδήμονες των social media, οι οποίοι στην πρώτη κακή στιγμή του Γιάννη έτρεξαν να τον κράξουν, ενώ πριν λίγο καιρό ζητοκραύγαζαν για το MVP του και για το πόσο διαφημίζει την Ελλάδα

ΥΓ2: Το μπάσκετ είναι απίστευτα απλό άθλημα, αν κόβεις, πασάρεις και σουτάρεις έχεις πολλές πιθανότητες. Αυτή τη συνταγή ακολουθούν οι περισσότερες ομάδες και του Παγκοσμίου, χωρίς πολλά αστέρια ονόματα, αλλά με εξαιρετικό μπάσκετ.

ΥΓ3: Άκουγες μερικούς σχολιαστές της τηλεόρασης, να ψιλογελάνε βλέποντας επιθέσεις των 8 δευτερολέπτων ή να παραξενεύονται σε small ball καταστάσεις εν έτη 2019 και καταλαβαίνεις γιατί είμαστε σε αυτό το level ως μπασκετικός λαός.

ΥΓ4: Το παραπάνω άρθρο απευθύνεται σε ένα πολύ μεγάλο μέρος της μπασκετικής κοινότητας. Σαφώς και υπάρχουν προπονητές και άτομα τα οποία ενδιαφέρονται πρώτα απ’όλα για το μπάσκετ παρά για τη θέση τους. Respect.

Leave a Reply

Your email address will not be published.